Music

Κοραής Δαμάτης: "Ανάμεσα στο φως και στη σιωπή"

2025-11-25

Ένα βλέμμα που κουβαλά ιστορίες — ο Κοραής Δαμάτης. 

Επιμέλεια:

Βασιλική Β. Παππά

culturemagazinesite@gmail.com


Εισαγωγή

Σε μια εποχή όπου ο θόρυβος συχνά σκεπάζει την ουσία, ο Κοραής Δαμάτης εξακολουθεί να υπερασπίζεται με συνέπεια την αλήθεια της τέχνης και τη δύναμη της ανθρώπινης παρουσίας. Θεατράνθρωπος με βαθιά ρίζα στο βίωμα, δημιουργός που αντλεί από πληγές, ταξίδια, πρόσωπα και σιωπές, ο Δαμάτης διανύει μια διαδρομή όπου η χαρά συμπορεύεται με τη δοκιμασία και όπου η καλλιτεχνική πράξη παραμένει πάντα ζωντανή αναζήτηση. Με αφορμή το πρόσφατο μυθιστόρημά του Καλοήθη Παράσιτα, αλλά κυρίως με εστίαση στον ίδιο τον άνθρωπο πίσω από τη σκηνή και τη σελίδα, συναντηθήκαμε για μια συζήτηση ανοιχτή, ουσιαστική και βαθιά προσωπική.

Η Συνέντευξη

Β.Π.: Κύριε Δαμάτη, με ποιον τρόπο θα περιγράφατε τη δική σας πορεία μέχρι σήμερα, μέσα και έξω από το θέατρο;

Κ.Δ.: Η πορεία μου μέχρι σήμερα ήταν —και εξακολουθεί να είναι— άλλοτε ένας αγώνας δρόμου, άλλοτε ένας αναζωογονητικός περίπατος. Και στις δύο περιπτώσεις υπήρξε πλούσια σε σημαντικές συναντήσεις, γεμάτη από αγαπημένα πρόσωπα, στην πλειονότητά τους επιλογές δικές μου. Υπήρχαν βεβαίως και τα δυσάρεστα, τα τοξικά· αλλά σε ποιον δεν υπάρχουν;

Β.Π.: Ποια είναι τα κομβικά σημεία στη ζωή σας που νιώθετε ότι σας διαμόρφωσαν ως άνθρωπο και δημιουργό; Υπάρχουν δάσκαλοι, συνεργάτες ή ηθοποιοί που σας άφησαν ανεξίτηλο αποτύπωμα;

Κ.Δ.: Η ξαφνική —και ανεξήγητη για την ηλικία στην οποία συνέβη— φυγή από την Αίγυπτο. Η κακοποίηση που δέχτηκα ερχόμενος στην Ελλάδα. Το παιδικό μου άσθμα, που με ταλαιπώρησε μέχρι την εφηβεία με αμέτρητους γιατρούς, νοσοκομεία, φάρμακα, γιατροσόφια και απαγορεύσεις. Αυτά και άλλα αντίστοιχα διαμόρφωσαν κομμάτια του χαρακτήρα μου. Ναι, είχα την ευλογημένη τύχη να έχω σπουδαίους δασκάλους και πολύτιμους συνεργάτες. Χάρηκα μεγάλες ερμηνείες από μέγιστους ηθοποιούς και, χρόνια αργότερα —με πολύ τρακ— συνεργάστηκα με κάποιους από εκείνους που μου άνοιξαν ορίζοντες στη δουλειά και στη ζωή.

Β.Π.: Πώς αντιλαμβάνεστε την καλλιτεχνική σας ταυτότητα σήμερα; Έχει αλλάξει με τον χρόνο και αν ναι, πώς;

Κ.Δ.: Η καλλιτεχνική μου ταυτότητα, όχι, δεν έχει αλλάξει… Θα έλεγα ότι περπάτησα σε καινούργιους δρόμους, δοκίμασα νέα πράγματα, πάντα παρέα με όσα είχαν ήδη συσσωρευτεί: κέρδη και χασούρες. Βλέπετε, όλα γύρω μας αλλάζουν. Πλημμυρίζουμε από καινούργια στοιχεία: στην κοινωνία, στις γενιές που τα φέρουν, στην παιδεία, στην τέχνη, στην επιστήμη. Ένας κόσμος σε διαρκή μετάβαση.

Β.Π.: Τι είναι αυτό που σας κρατάει ακόμη στο θέατρο, σε μια εποχή που όλα αλλάζουν τόσο γρήγορα;

Κ.Δ.: Η ουσία του. Η ζωντανή επαφή —αυτό που δεν έχει ούτε ο κινηματογράφος ούτε η τηλεόραση. Όχι καλύτερο ή χειρότερο· διαφορετικό. Και αυτή η διαφορά είναι που το κρατάει ζωντανό. Η έννοια της τελετής, μια τελετουργία ηθοποιών και κοινού. Το ξεδίπλωμα μιας ιστορίας της οποίας ο θεατής γίνεται σχεδόν αυτόπτης μάρτυρας, ενώ ταυτόχρονα νιώθει την ανάσα του ηθοποιού δίπλα του. Παρόλο που τα τελευταία χρόνια πολλές παραστάσεις προσπαθούν να αντιγράψουν την ταχύτητα του κινηματογράφου ή τη γρηγοράδα του TikTok, το θέατρο παραμένει ο λόγος — όχι οι οκτακόσιες εικόνες. Πιστεύω ότι ο σημερινός καταιγισμός ρυθμού και εικόνας στο θέατρο είναι ένα μεταβατικό, κάπως αμήχανο στάδιο.

Β.Π.: Ποια θεωρείτε ότι είναι η ευθύνη ενός θεατράνθρωπου απέναντι στο κοινό αλλά και στην κοινωνία;

Κ.Δ.: Να ακολουθεί τα πιστεύω του κόντρα στη μόδα, κόντρα στην εξουσία, κόντρα στα κακώς κείμενα.

Β.Π.: Υπάρχει μια στιγμή από πρόβες ή παραστάσεις που κουβαλάτε πάντα μαζί σας;

Κ.Δ.: Πολλές, πάρα πολλές… Άλλωστε, για μένα το καλύτερο κομμάτι είναι οι πρόβες: η προετοιμασία, το ζωντάνεμα των προσώπων, η πλοκή, οι εναλλαγές των σκηνών και των συναισθημάτων, ο ρυθμός. Η ανάγκη, σε πολλά έργα, η υποκριτική απόδοση να μοιάζει με την καθημερινότητα αλλά —προς Θεού— να μην είναι. Στην καθημερινότητα υπάρχει το «αύριο». Στην παράσταση, η πυκνότητα των συναισθημάτων πρέπει να ζωντανέψει «τώρα», χωρίς εκκρεμότητες. Δεν μιλώ για τις σκέψεις του θεατή —εκεί επιβάλλεται συχνά να φύγει με υλικό προς επεξεργασία— αλλά για τη ζώσα κατάσταση, την άμεση επικοινωνία σκηνής και πλατείας. Εκτός αν μιλάμε για ένα έργο γραμμένο με την ελαφρότητα του τύπου «ε, δε βαριέσαι, όλα καλά».

Β.Π.: Τι σας συγκινεί περισσότερο στην ανθρώπινη παρουσία επί σκηνής;

Κ.Δ.: Αυτό που μόλις περιέγραψα: η ζωντανή επικοινωνία πλατείας και σκηνής. Εκεί όπου ανάμεσά τους υπάρχει μόνο ένας αέρας φωτός —κανένα γυαλί, κανένα φίλτρο.

Β.Π.: Πώς βιώσατε τη μετάβαση από τη σκηνική δημιουργία στη μυθοπλασία; Τι ανακαλύψατε για τον εαυτό σας γράφοντας το τελευταίο σας βιβλίο, που φέρει τον τίτλο «Καλοήθη Παράσιτα»;

Κ.Δ.: Όλα ξεκίνησαν από το πρώτο μου μυθιστόρημα, Το Σπίτι Μόνο. Εκεί έγινε ό,τι έγινε —και το έχω ξαναπεί— δεν είχα σκοπό να γράψω βιβλίο. Η βαθύτερη ανάγκη ήταν να ξεκαθαρίσω οικογενειακά μπερδέματα και σκληρά συμβάντα με ομιχλώδη αφετηρία. Τα Καλοήθη Παράσιτα είναι το δεύτερο μυθιστόρημά μου και το πέμπτο βιβλίο μου συνολικά, όλα από τις εκδόσεις Βακχικόν. Εδώ προσπάθησα να περιγράψω την ισχύ της οικογένειας ως θεσμού —που δεν είναι πάντα για καλό, όπως συχνά διακηρύσσουν οι γονείς— αλλά πολλές φορές καταδυναστεύει, χαλώντας και παραμορφώνοντας τα υγιή θέλω των παιδιών.

Β.Π.: Ως άνθρωπος που βλέπει και αφουγκράζεται, τι παρατηρείτε πιο έντονα στους ανθρώπους γύρω σας;

Κ.Δ.: Τα λόγια που δεν λένε. Τον καταπιεσμένο τους θυμό. Έναν συνεχή φόβο που εκφράζεται με διαφορετικά πρόσωπα. Τη βαθύτερη, ανομολόγητη τρυφερότητά τους. Την ανάγκη για αγκαλιά και ασφάλεια.

Β.Π.: Κύριε Δαμάτη, κλείνοντας ποια «καλοήθη παράσιτα» —μεταφορικά ή κυριολεκτικά— πιστεύετε ότι κουβαλάμε όλοι μας;

Κ.Δ.: Θα το πω όπως το έχω ξαναπεί, γιατί με εκφράζει απόλυτα: τα «καλοήθη παράσιτα» είναι αυτό που λένε οι λέξεις. Καλοήθη μεν, παράσιτα δε. Τα καλοήθη συνήθως στέκονται εκεί και δεν μας ενοχλούν· άλλες φορές χρειάζονται θεραπεία· άλλες μεταμορφώνονται σε κακοήθη. Τα παράσιτα, θυμίζω, είναι μικροοργανισμοί που ζουν εις βάρος άλλου οργανισμού —συχνά ωφελούνται και συμβιώνουν, άλλες φορές (από απροσεξία ή από σκοπό) τον βλάπτουν. Κάπως έτσι λειτουργούν και οι ανθρώπινες σχέσεις, με ρόλους που συνεχώς εναλλάσσονται.

Καλοήθη Παράσιτα — μια ιστορία για την οικογένεια, τη μνήμη και τις ανθρώπινες σχέσεις 

Επίλογος

Ο Κοραής Δαμάτης μιλά με την ειλικρίνεια εκείνου που έχει δοκιμαστεί αλλά δεν έχει παραιτηθεί, με τη διαύγεια ενός δημιουργού που γνωρίζει πως η τέχνη δεν υπάρχει για να κρύβει, αλλά για να φωτίζει. Στις λέξεις του συναντά κανείς την εύθραυστη ισορροπία του ανθρώπου και του καλλιτέχνη, την πίστη στη θεατρική τελετουργία και στον διάλογο με το κοινό, μα και τη βαθιά ανάγκη να καταλάβει τον κόσμο και να συμφιλιωθεί με τα «καλοήθη παράσιτα» που κουβαλάμε όλοι μας. Αποχωρώντας από τη συζήτηση, μένει η αίσθηση ενός ανθρώπου που εξακολουθεί να κοιτάζει μπροστά, με περιέργεια, γενναιότητα και αφοσίωση — σ' έναν δρόμο που συνεχίζει να διαμορφώνει, αλλά και να τον διαμορφώνει.